Anonymous

συνοδοιπορέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_15)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνοδοιπορέω''': ὁδοιπορῶ [[ὁμοῦ]], τινί, μετά τινος, Λουκ. Ἑρμότ. 13· ― συνοδοιπορία, ἡ, τὸ [[ὁμοῦ]] ὁδοιπορεῖν, Βάβρ. 110· ― συνοδοιπόρος, ὁ, ὁ [[ὁμοῦ]] ὁδοιπορῶν, Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 12, Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 27. 7.
|lstext='''συνοδοιπορέω''': ὁδοιπορῶ [[ὁμοῦ]], τινί, μετά τινος, Λουκ. Ἑρμότ. 13· ― συνοδοιπορία, ἡ, τὸ [[ὁμοῦ]] ὁδοιπορεῖν, Βάβρ. 110· ― συνοδοιπόρος, ὁ, ὁ [[ὁμοῦ]] ὁδοιπορῶν, Ξεν. Ἀπομν. 2. 2, 12, Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 27. 7.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />faire route avec.<br />'''Étymologie:''' [[συνοδοιπόρος]].
}}
}}