3,270,341
edits
(6_15) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πολύτλητος''': -ον, (τλῆναι) ὁ πολλὰ ὑπομείνας, [[ἄθλιος]], [[ἐλεεινός]], (πρβλ. [[πολύτλας]]), γέροντες Ὀδ. Λ. 38· [[ὡσαύτως]], ὠδίνεσσι πολυτλήτῃσι Κόϊντ. Σμ. 11. 25. | |lstext='''πολύτλητος''': -ον, (τλῆναι) ὁ πολλὰ ὑπομείνας, [[ἄθλιος]], [[ἐλεεινός]], (πρβλ. [[πολύτλας]]), γέροντες Ὀδ. Λ. 38· [[ὡσαύτως]], ὠδίνεσσι πολυτλήτῃσι Κόϊντ. Σμ. 11. 25. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />qui a beaucoup souffert.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[τλάω]]. | |||
}} | }} |