Anonymous

γενέθλη: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_6)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γενέθλη''': Δωρ. –θλα, ἡ: 1) ἐπὶ προσώπων, [[φυλή]], [[γενεά]], οἰκογένεια, μ. γεν. προσ., Παιήονός εἰσι γενέθλης Ὀδ. Δ. 232, πρβλ. Ν. 130· σῆς ἐξ αἵματός εἰσι γενέθλης, ἐκ τῆς ἰδικῆς σου γενεᾶς δι’ αἵματος, Ἰλ. Τ. 111· ἐπὶ ἵππων, [[γενεά]], γένος, Ε. 270· θηρῶν γ. Ὕμν. Ὁμ. 27. 10· τῶν ἀλιθίων [[ἀπείρων]] [ἐστι] γενέθλα Σιμων. 8. 13. 2) γένος, τέκνα, ἀπόγονοι, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλ. 136, Σοφ. Ἡλ. 129, 226, κτλ. ΙΙ. ἐπὶ τόπου ἢ χρόνου, ἀργύρου γ., [[μεταλλεῖον]] ἀργύρου, Ἰλ. Β. 857. 2) [[γενεά]], [[ἡλικία]], οὔ τι παλαιόν, ἐφ’ ἡμετέρῃ δὲ γενέθλῃ Ὀππ. Ἁλ. 5. 459. 3) ὁ καιρὸς τῆς γεννήσεως, ἐκ γενέθλης Διον. Π. 1044.
|lstext='''γενέθλη''': Δωρ. –θλα, ἡ: 1) ἐπὶ προσώπων, [[φυλή]], [[γενεά]], οἰκογένεια, μ. γεν. προσ., Παιήονός εἰσι γενέθλης Ὀδ. Δ. 232, πρβλ. Ν. 130· σῆς ἐξ αἵματός εἰσι γενέθλης, ἐκ τῆς ἰδικῆς σου γενεᾶς δι’ αἵματος, Ἰλ. Τ. 111· ἐπὶ ἵππων, [[γενεά]], γένος, Ε. 270· θηρῶν γ. Ὕμν. Ὁμ. 27. 10· τῶν ἀλιθίων [[ἀπείρων]] [ἐστι] γενέθλα Σιμων. 8. 13. 2) γένος, τέκνα, ἀπόγονοι, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἀπόλλ. 136, Σοφ. Ἡλ. 129, 226, κτλ. ΙΙ. ἐπὶ τόπου ἢ χρόνου, ἀργύρου γ., [[μεταλλεῖον]] ἀργύρου, Ἰλ. Β. 857. 2) [[γενεά]], [[ἡλικία]], οὔ τι παλαιόν, ἐφ’ ἡμετέρῃ δὲ γενέθλῃ Ὀππ. Ἁλ. 5. 459. 3) ὁ καιρὸς τῆς γεννήσεως, ἐκ γενέθλης Διον. Π. 1044.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><b>I.</b> race, famille :<br /><b>1</b> <i>en gén.</i> τινος [[εἶναι]] γενέθλης OD <i>ou</i> [[ἐκ]] γενέθλης OD être de la race de qqn ; σῆς [[ἐξ]] αἵματός εἰσι γενέθλης IL ils sont de ta race par le sang;<br /><b>2</b> descendants, postérité;<br /><b>II.</b> lieu de naissance <i>ou</i> d’origine : ἀργύρου [[γενέθλη]] IL lieu d’où l’on tire l’argent, patrie de l’argent.<br />'''Étymologie:''' [[γίγνομαι]].
}}
}}