3,277,197
edits
(6_6) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σήκωμα''': Δωρ. σάκωμα, τό, ([[σηκόω]]) βάρος ἢ [[σταθμίον]] ἐν τῇ πλάστιγγι, «βαρῦδι», Συλλ. Ἐπιγρ. 123. 8, Ὑπερείδ. παρὰ [[Πολυδ]]. Δ΄, 172, Ἀριστ. Μηχαν. 20. 5· σμικρὸν τὸ σὸν σ. προστίθης, μικρὸν [[εἶναι]] τὸ βάρος τὸ ὁποῖον ῥίπτεις εἰς τὴν πλάστιγγα, Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 690· σ. μολύβδινα, βάρη ἐκ μολύβδου ἢ ἀντισηκώματα, Πολύβ. 8. 7, 9· τὸ κατόπιν σ. τῆς προσβολῆς, ἐπὶ τοῦ δόρατος, ὁ αὐτ. 18. 12, 3. 2) = [[ῥοπή]], [[φορά]], [[κλίσις]], βάρος, ὁ αὐτ. 18. 7, 5. 3) [[ἀνταπόδοσις]], [[ἀμοιβή]], Φάλαρ. 57. ΙΙ. = σηκὸς ΙΙ, ἱερὸς [[περίβολος]], ἱερὸς [[τόπος]] περίκλειστος, Εὐρ. Ἠλ. 1274. | |lstext='''σήκωμα''': Δωρ. σάκωμα, τό, ([[σηκόω]]) βάρος ἢ [[σταθμίον]] ἐν τῇ πλάστιγγι, «βαρῦδι», Συλλ. Ἐπιγρ. 123. 8, Ὑπερείδ. παρὰ [[Πολυδ]]. Δ΄, 172, Ἀριστ. Μηχαν. 20. 5· σμικρὸν τὸ σὸν σ. προστίθης, μικρὸν [[εἶναι]] τὸ βάρος τὸ ὁποῖον ῥίπτεις εἰς τὴν πλάστιγγα, Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 690· σ. μολύβδινα, βάρη ἐκ μολύβδου ἢ ἀντισηκώματα, Πολύβ. 8. 7, 9· τὸ κατόπιν σ. τῆς προσβολῆς, ἐπὶ τοῦ δόρατος, ὁ αὐτ. 18. 12, 3. 2) = [[ῥοπή]], [[φορά]], [[κλίσις]], βάρος, ὁ αὐτ. 18. 7, 5. 3) [[ἀνταπόδοσις]], [[ἀμοιβή]], Φάλαρ. 57. ΙΙ. = σηκὸς ΙΙ, ἱερὸς [[περίβολος]], ἱερὸς [[τόπος]] περίκλειστος, Εὐρ. Ἠλ. 1274. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<span class="bld">1</span>ατος (τό) :<br /><b>1</b> poids ; inclinaison de la balance;<br /><b>2</b> contrepoids ; <i>fig.</i> rémunération.<br />'''Étymologie:''' [[σηκόω]].<br /><span class="bld">2</span>ατος (τό) :<br />lieu consacré.<br />'''Étymologie:''' [[σηκός]]. | |||
}} | }} |