3,277,002
edits
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''αἰσθητός''': -ή, -όν, καὶ ός, όν, [[Πλάτων]] Μένων 76D: - ῥηματ. ἐπίθ., διὰ τῶν αἰσθήσεων ἀντιληπτός, κατ’ ἀντίθ. πρὸς τὸ [[νοητός]], ὁ αὐτ. Πολιτικ. 285Ε, κτλ.: τὸ αἰσθητόν, ὅ, τι αἰσθάνεταί τις, τὸ προσπῖπτον εἰς τὰς αἰσθήσεις, ὁ αὐτ. Τίμ. 37Β, κτλ. - Ἐπίρρ. -τῶς, Ἀριστ. περὶ χρωμ. 3. 13., Πλούτ. 2. 953C. | |lstext='''αἰσθητός''': -ή, -όν, καὶ ός, όν, [[Πλάτων]] Μένων 76D: - ῥηματ. ἐπίθ., διὰ τῶν αἰσθήσεων ἀντιληπτός, κατ’ ἀντίθ. πρὸς τὸ [[νοητός]], ὁ αὐτ. Πολιτικ. 285Ε, κτλ.: τὸ αἰσθητόν, ὅ, τι αἰσθάνεταί τις, τὸ προσπῖπτον εἰς τὰς αἰσθήσεις, ὁ αὐτ. Τίμ. 37Β, κτλ. - Ἐπίρρ. -τῶς, Ἀριστ. περὶ χρωμ. 3. 13., Πλούτ. 2. 953C. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />perceptible par les sens, sensible.<br />'''Étymologie:''' [[αἰσθάνομαι]]. | |||
}} | }} |