Anonymous

ἀζαίνω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_1)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀζαίνω''': (ἄζω) [[ξηραίνω]]˙ [[καταξηραίνω]]˙ ἀόρ. ὑποτακτ. ἀζήνῃ -ήνῃσι, Νικ. Θ. 205, 368. (ὁ Schneid. ἀναγινώσκει καὶ αὐαιν- κατὰ Κώδ. ΙΙ.). Παθ. ἀζαίνεται, (Schneid. αὐαίνεται), [[αὐτόθι]] 339˙ πρβλ. [[ἀζάνω]], [[καταζαίνω]].
|lstext='''ἀζαίνω''': (ἄζω) [[ξηραίνω]]˙ [[καταξηραίνω]]˙ ἀόρ. ὑποτακτ. ἀζήνῃ -ήνῃσι, Νικ. Θ. 205, 368. (ὁ Schneid. ἀναγινώσκει καὶ αὐαιν- κατὰ Κώδ. ΙΙ.). Παθ. ἀζαίνεται, (Schneid. αὐαίνεται), [[αὐτόθι]] 339˙ πρβλ. [[ἀζάνω]], [[καταζαίνω]].
}}
{{bailly
|btext=dessécher.<br />'''Étymologie:''' [[ἄζα]].
}}
}}