Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀΐτας: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀΐτας''': [ῑ], ὁ, Δωρ. [[λέξις]] ἐπὶ φιλουμένου νεανίου, ὁ [[ἐρώμενος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ εἰσπνήλας ἢ εἴσπνηλος, (ὁ [[ἐραστής]], ὁ ἐρῶν), Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 576, Θεόκρ. 12. 14 ([[ἔνθα]] ὁ σχολιαστὴς λέγει ὅτι [[εἶναι]] Θεσσαλική [[λέξις]]), 23, 63, [[ὅπου]] ὁ Ahrens διορθοῖ, «στέργετε δ’ οἱ μισεῦντες», ἀντὶ τοῦ «στέργετε δ’ [[ὔμμες]] ἀίτας»· [[ὡσαύτως]] [[καθόλου]], [[ἐραστής]], Χρύσας δ’ [[ἀΐτας]], Ἀνθ. Π. 15. 26: ― θηλ. ἀϊτίς (-ίος), εὕρηται παρ’ Ἀλκμᾶνι 125. Πρβλ. Μυλλέρου Δωρ. 4. 4, 6. (Παράγεται ἢ ἐκ τοῦ ἀΐω καὶ σημαίνει ὁ ἀκούων, δίδων ἀκρόασιν εἴς τινα, ἢ ἐκ τοῦ ἄω ἢ [[ἄημι]]· πρβλ. εἰσπνήλας).
|lstext='''ἀΐτας''': [ῑ], ὁ, Δωρ. [[λέξις]] ἐπὶ φιλουμένου νεανίου, ὁ [[ἐρώμενος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ εἰσπνήλας ἢ εἴσπνηλος, (ὁ [[ἐραστής]], ὁ ἐρῶν), Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 576, Θεόκρ. 12. 14 ([[ἔνθα]] ὁ σχολιαστὴς λέγει ὅτι [[εἶναι]] Θεσσαλική [[λέξις]]), 23, 63, [[ὅπου]] ὁ Ahrens διορθοῖ, «στέργετε δ’ οἱ μισεῦντες», ἀντὶ τοῦ «στέργετε δ’ [[ὔμμες]] ἀίτας»· [[ὡσαύτως]] [[καθόλου]], [[ἐραστής]], Χρύσας δ’ [[ἀΐτας]], Ἀνθ. Π. 15. 26: ― θηλ. ἀϊτίς (-ίος), εὕρηται παρ’ Ἀλκμᾶνι 125. Πρβλ. Μυλλέρου Δωρ. 4. 4, 6. (Παράγεται ἢ ἐκ τοῦ ἀΐω καὶ σημαίνει ὁ ἀκούων, δίδων ἀκρόασιν εἴς τινα, ἢ ἐκ τοῦ ἄω ἢ [[ἄημι]]· πρβλ. εἰσπνήλας).
}}
{{bailly
|btext=<i>gén.</i> -εω, <i>acc.</i> -αν (ὁ) :<br /><i>terme dor.</i><br />jeune homme aimé, éromène.<br />'''Étymologie:''' DELG étym. incert., pê de [[ἀΐω]]¹.
}}
}}