Anonymous

αἰνόμορος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''αἰνόμορος''': -ον, προωρισμένος εἰς δεινὸν [[τέλος]], Ἰλ. Χ. 481. Ὀδ. Ι. 53: ‒ ἐλθὼν εἰς φοβερὸν [[τέλος]], Αἰσχύλ. Θ. 904.
|lstext='''αἰνόμορος''': -ον, προωρισμένος εἰς δεινὸν [[τέλος]], Ἰλ. Χ. 481. Ὀδ. Ι. 53: ‒ ἐλθὼν εἰς φοβερὸν [[τέλος]], Αἰσχύλ. Θ. 904.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />au funeste destin.<br />'''Étymologie:''' [[αἰνός]], [[μόρος]].
}}
}}