Anonymous

ἀκηρυκτεί: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_23)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκηρυκτεί''': καὶ -τί, ἐπίρρ., ἡ [[ἄνευ]] κήρυκος ἐν πολέμῳ [[ἐπιμιξία]], Θουκ. 2.1, ἀλλ’ ἐν Δίων. Κ. 50.7, [[ἄνευ]] παραδοχῆς κήρυκος, πρβλ. ἑπόμ.
|lstext='''ἀκηρυκτεί''': καὶ -τί, ἐπίρρ., ἡ [[ἄνευ]] κήρυκος ἐν πολέμῳ [[ἐπιμιξία]], Θουκ. 2.1, ἀλλ’ ἐν Δίων. Κ. 50.7, [[ἄνευ]] παραδοχῆς κήρυκος, πρβλ. ἑπόμ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />sans héraut.<br />'''Étymologie:''' [[ἀκήρυκτος]].
}}
}}