3,273,404
edits
(6_4) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀκταῖος''': -α, -ον, (ἀκτή) ἐπὶ τῆς ἀκτῆς ἢ παραλίας, ὡς ἐπίθ. τῶν Ἰωνικῶν [[πόλεων]], Θουκ. 4. 52· [[οὕτως]] Ἀκταία (ἐνν. γῆ), ἡ, παλαιὸν [[ὄνομα]] τῆς Ἀττικῆς = [[ἀκτὴ]] (Α), Ι, 2, Καλλ. Ἀπόσπ. 348. 2) κατοικεῖν παρὰ τὴν θάλασσαν, ἀνήκειν εἰς τὴν παραλίαν, θεοί, Ὀρφ. Ἀργ. 342· βάτραχοι, Βαβρ. 25, 6· πρβλ. Hicks Inscr. ἀρ. 47 (ο). | |lstext='''ἀκταῖος''': -α, -ον, (ἀκτή) ἐπὶ τῆς ἀκτῆς ἢ παραλίας, ὡς ἐπίθ. τῶν Ἰωνικῶν [[πόλεων]], Θουκ. 4. 52· [[οὕτως]] Ἀκταία (ἐνν. γῆ), ἡ, παλαιὸν [[ὄνομα]] τῆς Ἀττικῆς = [[ἀκτὴ]] (Α), Ι, 2, Καλλ. Ἀπόσπ. 348. 2) κατοικεῖν παρὰ τὴν θάλασσαν, ἀνήκειν εἰς τὴν παραλίαν, θεοί, Ὀρφ. Ἀργ. 342· βάτραχοι, Βαβρ. 25, 6· πρβλ. Hicks Inscr. ἀρ. 47 (ο). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=α, ον :<br /><b>1</b> situé sur le rivage;<br /><b>2</b> qui vit près du bord (grenouille).<br />'''Étymologie:''' [[ἀκτή]]². | |||
}} | }} |