Anonymous

ἀκατονόμαστος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_16)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκατονόμαστος''': -ον, = [[ἀνώνυμος]], Ἐπίκουρ. παρὰ Πλουτ. 2. 898D: ἀκ. [[χόνδρος]], ὁ κρικοειδὴς τοῦ λάρυγγος [[χόνδρος]], Greenhill Θεόφιλ. σ. 110.
|lstext='''ἀκατονόμαστος''': -ον, = [[ἀνώνυμος]], Ἐπίκουρ. παρὰ Πλουτ. 2. 898D: ἀκ. [[χόνδρος]], ὁ κρικοειδὴς τοῦ λάρυγγος [[χόνδρος]], Greenhill Θεόφιλ. σ. 110.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qu’on ne désigne, qu’on ne peut désigner par aucun nom.<br />'''Étymologie:''' ἀ, κατονομάζω.
}}
}}