Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀκώλυτος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκώλῡτος''': -ον, ὁ μὴ κωλυόμενος, Λουκ. Τίμ. 18, Συλλ. Ἐπιγρ. 2321. 8, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως, Πλάτ. Κρατ. 415D· [[ὡσαύτως]] ἀκωλυτί, Δημόκρ. ἐν τῇ Φαβρικίου Βιβλιοθ. 4. 338.
|lstext='''ἀκώλῡτος''': -ον, ὁ μὴ κωλυόμενος, Λουκ. Τίμ. 18, Συλλ. Ἐπιγρ. 2321. 8, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως, Πλάτ. Κρατ. 415D· [[ὡσαύτως]] ἀκωλυτί, Δημόκρ. ἐν τῇ Φαβρικίου Βιβλιοθ. 4. 338.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />non empêché, libre.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[κωλύω]].
}}
}}