Anonymous

ἀλγινόεις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀλγῐνόεις''': εσσα, εν, ([[ἄλγος]]) [[ὀδυνηρός]], [[θλιβερός]], Ἡσ. Θ. 214, 226, Μίμνερμ. 11, Ξενοφάν. 2, 4.
|lstext='''ἀλγῐνόεις''': εσσα, εν, ([[ἄλγος]]) [[ὀδυνηρός]], [[θλιβερός]], Ἡσ. Θ. 214, 226, Μίμνερμ. 11, Ξενοφάν. 2, 4.
}}
{{bailly
|btext=όεσσα, όεν;<br />douloureux.<br />'''Étymologie:''' [[ἄλγος]].
}}
}}