Anonymous

ἄλειαρ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄλειαρ''': -ατος, τό, ποιητ. ([[ἀλέω]]), [[ἄλευρον]] [[κυρίως]] ἐκ σίτου ἀπαντᾷ μόνον κατὰ πληθ. ἀλείατα, τά: ἄλφιτα τεύχουσαι καὶ ἀλείατα, μυελὸν ἀνδρῶν, Ὀδ. Υ.108, πρβλ. [[ἄλευρον]].
|lstext='''ἄλειαρ''': -ατος, τό, ποιητ. ([[ἀλέω]]), [[ἄλευρον]] [[κυρίως]] ἐκ σίτου ἀπαντᾷ μόνον κατὰ πληθ. ἀλείατα, τά: ἄλφιτα τεύχουσαι καὶ ἀλείατα, μυελὸν ἀνδρῶν, Ὀδ. Υ.108, πρβλ. [[ἄλευρον]].
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />farine de froment.<br />'''Étymologie:''' [[ἀλέω]].
}}
}}