3,276,932
edits
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀλλοτριοπραγία''': ἡ, οὐσ. τοῦ ἀλλοτριοπραγεῖν, τὸ ἀναμιγνύεσθαι εἰς τὰς ὑποθέσεις τῶν ἄλλων, Πλουτ. πῶς δεῖ διακριν. τὸν Κόλακ. | |lstext='''ἀλλοτριοπραγία''': ἡ, οὐσ. τοῦ ἀλλοτριοπραγεῖν, τὸ ἀναμιγνύεσθαι εἰς τὰς ὑποθέσεις τῶν ἄλλων, Πλουτ. πῶς δεῖ διακριν. τὸν Κόλακ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />ingérence dans les affaires d’autrui.<br />'''Étymologie:''' [[ἀλλότριος]], [[πράσσω]]. | |||
}} | }} |