3,270,824
edits
(6_12) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄμυστις''': -ιος, καὶ ιδος, ἡ, ([[ἀμυστὶ]]) ἀθρόα [[πόσις]], ἄμυστιν προπιεῖν, πίνειν Ἀνακρ. 62. 2. ([[ἔνθα]] ἴδε Bgk), Ἐπίχ. 18 Ahr. - ἑλκύσαι Εὐρ. Κύκλ. 417. 2) [[πολυποσία]], [[φιλοποσία]], ὁ αὐτ. Ρῆσ. 438, καὶ [[αὐτόθι]] Σχόλ. ΙΙ. μέγα [[ποτήριον]] ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Θρᾳξὶ γνωστοῖς ἐπὶ φιλοποσίᾳ, ἄμυστιν ἐξέλαψα Ἀριστοφ. Ἀχ. 1229· αὔλει σύ, καὶ σὺ τὴν ἄμυστιν λάμβανε Ἀμειψ. Ἄδηλ. 1, 3, πρβλ. Ὁρατ. ᾨδ. 1. 36, 14. | |lstext='''ἄμυστις''': -ιος, καὶ ιδος, ἡ, ([[ἀμυστὶ]]) ἀθρόα [[πόσις]], ἄμυστιν προπιεῖν, πίνειν Ἀνακρ. 62. 2. ([[ἔνθα]] ἴδε Bgk), Ἐπίχ. 18 Ahr. - ἑλκύσαι Εὐρ. Κύκλ. 417. 2) [[πολυποσία]], [[φιλοποσία]], ὁ αὐτ. Ρῆσ. 438, καὶ [[αὐτόθι]] Σχόλ. ΙΙ. μέγα [[ποτήριον]] ἐν χρήσει παρὰ τοῖς Θρᾳξὶ γνωστοῖς ἐπὶ φιλοποσίᾳ, ἄμυστιν ἐξέλαψα Ἀριστοφ. Ἀχ. 1229· αὔλει σύ, καὶ σὺ τὴν ἄμυστιν λάμβανε Ἀμειψ. Ἄδηλ. 1, 3, πρβλ. Ὁρατ. ᾨδ. 1. 36, 14. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ιδος (ἡ) :<br /><b>1</b> large rasade, pleine coupe (à boire d’un trait);<br /><b>2</b> grand vase à boire, à l’usage des Thraces.<br />'''Étymologie:''' [[ἀμυστί]]. | |||
}} | }} |