Anonymous

θηριότης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_12)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θηριότης''': -ητος, ἡ, ἡ [[φύσις]] τοῦ θηρίου, [[ἀγριότης]], τὸ κτηνῶδες, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 1, 1, Μέτωπος Πυθαγ. παρὰ Στοβ. 10. 11.
|lstext='''θηριότης''': -ητος, ἡ, ἡ [[φύσις]] τοῦ θηρίου, [[ἀγριότης]], τὸ κτηνῶδες, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 1, 1, Μέτωπος Πυθαγ. παρὰ Στοβ. 10. 11.
}}
{{bailly
|btext=ητος (ἡ) :<br />nature de bête sauvage, sauvagerie, brutalité.<br />'''Étymologie:''' [[θηρίον]].
}}
}}