Anonymous

ἀμεριμνία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_9)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμεριμνία''': ἡ, [[ἔλλειψις]] μεριμνῶν, ἀφροντισία, Λατ. securitas, Πλουτ. 2. 830Α, Συλλ. Ἐπιγρ. 2778· ἀμ. τῆς δεσποτείας Ἡρωδιαν. 2. 4, 13.
|lstext='''ἀμεριμνία''': ἡ, [[ἔλλειψις]] μεριμνῶν, ἀφροντισία, Λατ. securitas, Πλουτ. 2. 830Α, Συλλ. Ἐπιγρ. 2778· ἀμ. τῆς δεσποτείας Ἡρωδιαν. 2. 4, 13.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />absence d’inquiétude.<br />'''Étymologie:''' [[ἀμέριμνος]].
}}
}}