Anonymous

ἀνεμοτρεφής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνεμοτρεφής''': -ές, ὁ ὑπὸ τοῦ ἀνέμου τρεφόμενος, αὔξησιν λαμβάνων, [[κῦμα]]... ἀνεμοτρεφὲς Ἰλ. Ο. 625· ἔχων ἀνεμοτρεφὲς [[ἔγχος]], «[[ἤτοι]] κοῦφον, καὶ εὐκίνητον» (Σχολ.), κατὰ δὲ Εὐστάθ. «τὸ ὑπ’ ἀνέμων στερεωθέν ὅτ’ ἦν [[δένδρον]]... [[Σιμωνίδης]] δὲ ‘ἀεμοτρεφέας πύλας’ τὰς εὐτόνους λέγει» (623, 50. 843, 1. 1034, 1), Ἰλ. Λ. 256 (ἄλλ’ γραφ. ἀνεμοτρεπὲς ἢ -στρεφὲς = στρεφόμενον ἢ σειόμενον ὑπὸ τοῦ ἀνέμου, ἴδε Spitzn.)· πρβλ. Φιλόστρ. 814. - Ὁ [[τύπος]] -τραφὴς εὕρηται παρ’ Εὐστ. 1095. 12.
|lstext='''ἀνεμοτρεφής''': -ές, ὁ ὑπὸ τοῦ ἀνέμου τρεφόμενος, αὔξησιν λαμβάνων, [[κῦμα]]... ἀνεμοτρεφὲς Ἰλ. Ο. 625· ἔχων ἀνεμοτρεφὲς [[ἔγχος]], «[[ἤτοι]] κοῦφον, καὶ εὐκίνητον» (Σχολ.), κατὰ δὲ Εὐστάθ. «τὸ ὑπ’ ἀνέμων στερεωθέν ὅτ’ ἦν [[δένδρον]]... [[Σιμωνίδης]] δὲ ‘ἀεμοτρεφέας πύλας’ τὰς εὐτόνους λέγει» (623, 50. 843, 1. 1034, 1), Ἰλ. Λ. 256 (ἄλλ’ γραφ. ἀνεμοτρεπὲς ἢ -στρεφὲς = στρεφόμενον ἢ σειόμενον ὑπὸ τοῦ ἀνέμου, ἴδε Spitzn.)· πρβλ. Φιλόστρ. 814. - Ὁ [[τύπος]] -τραφὴς εὕρηται παρ’ Εὐστ. 1095. 12.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> soulevé <i>ou</i> grossi par le vent;<br /><b>2</b> aguerri par le vent.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνεμος]], [[τρέφω]].
}}
}}