Anonymous

ἀνδρομήκης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνδρομήκης''': -ες, ([[μῆκος]]) ἀνδρὸς [[μῆκος]] ἔχων, στρύρωμα Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 3· [[ὕψος]], [[βάθος]], Πολύβ. 8. 7, 6., 10. 46, 3· τὸν ἀνδρομ. πυρὸν Σωσιθέου Δάφνις ἢ Λιτυέρσας 18 (ἴδε Clinton F. ΙΙ. 3. σ. 502).
|lstext='''ἀνδρομήκης''': -ες, ([[μῆκος]]) ἀνδρὸς [[μῆκος]] ἔχων, στρύρωμα Ξεν. Ἑλλ. 3. 2, 3· [[ὕψος]], [[βάθος]], Πολύβ. 8. 7, 6., 10. 46, 3· τὸν ἀνδρομ. πυρὸν Σωσιθέου Δάφνις ἢ Λιτυέρσας 18 (ἴδε Clinton F. ΙΙ. 3. σ. 502).
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />de la taille d’un homme.<br />'''Étymologie:''' [[ἀνήρ]], [[μῆκος]].
}}
}}