3,270,637
edits
(6_17) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνεπιτήδευτος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] ἐπιτηδεύσεως, [[ἁπλοῦς]], [[ἀπροσποίητος]], [[ἀφελής]], Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. Ὀνομ. 22, Λουκ. Πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγράφ. 44: - Ἐπίρρ. -τως Διον. Ἁλ. σ. 468. ΙΙ. ὁ μὴ ἠσκημένος, ὁ μὴ δεδοκιμασμένος, οὐδὲν ἀμίμητον οὐδ’ ἀν. Πλουτ. Ἀλκ. 23. | |lstext='''ἀνεπιτήδευτος''': -ον, ὁ [[ἄνευ]] ἐπιτηδεύσεως, [[ἁπλοῦς]], [[ἀπροσποίητος]], [[ἀφελής]], Διον. Ἁλ. περὶ Συνθ. Ὀνομ. 22, Λουκ. Πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγράφ. 44: - Ἐπίρρ. -τως Διον. Ἁλ. σ. 468. ΙΙ. ὁ μὴ ἠσκημένος, ὁ μὴ δεδοκιμασμένος, οὐδὲν ἀμίμητον οὐδ’ ἀν. Πλουτ. Ἀλκ. 23. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> fait sans soin <i>ou</i> sans art;<br /><b>2</b> à quoi l’on ne peut s’appliquer, qu’on ne peut entreprendre.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[ἐπιτηδεύω]]. | |||
}} | }} |