Anonymous

ἀνεμώκης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_7)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνεμώκης''': -ες, (ὠκύς) ταχὺς ὡς ὁ [[ἄνεμος]], νεφέλα Εὐρ. Φοίν. 163· δῖναι Ἀριστοφ. Ὄρν. 697· ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ [[ποδώκης]].
|lstext='''ἀνεμώκης''': -ες, (ὠκύς) ταχὺς ὡς ὁ [[ἄνεμος]], νεφέλα Εὐρ. Φοίν. 163· δῖναι Ἀριστοφ. Ὄρν. 697· ἐσχηματίσθη κατὰ τὸ [[ποδώκης]].
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />rapide comme le vent.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνεμος]], [[ὠκύς]].
}}
}}