Anonymous

ἀνθρωποδαίμων: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_19)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνθρωποδαίμων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὡς τὸ [[ἥρως]], [[ἄνθρωπος]] καὶ [[θεός]], ὅ ἐ. ἀποθεωθεὶς [[ἄνθρωπος]], Εὐρ. Ρῆσ. 971. ― παρὰ μεταγ. [[δαίμων]] ἀνθρώπου μορφὴν λαβών, ἀνθρωπόμορφον πονηρὸν [[πνεῦμα]], Προκόπ.
|lstext='''ἀνθρωποδαίμων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὡς τὸ [[ἥρως]], [[ἄνθρωπος]] καὶ [[θεός]], ὅ ἐ. ἀποθεωθεὶς [[ἄνθρωπος]], Εὐρ. Ρῆσ. 971. ― παρὰ μεταγ. [[δαίμων]] ἀνθρώπου μορφὴν λαβών, ἀνθρωπόμορφον πονηρὸν [[πνεῦμα]], Προκόπ.
}}
{{bailly
|btext=ονος (ὁ) :<br />homme devenu dieu.<br />'''Étymologie:''' [[ἄνθρωπος]], [[δαίμων]].
}}
}}