Anonymous

ἀνταυδάω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_13b)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνταυδάω''': μέλλ. -ήσω, ὁμιλῶ [[πρόσωπον]] πρὸς [[πρόσωπον]] ἢ κατὰ τὸν Jebb κακῶς [[ὀνομάζω]], οὐ γὰρ αἰσθάνει [[πάλαι]] ζῶντας θανοῦσιν οὕνεκ’ ἀνταυδᾷς ἴσα; Σοφ. Ἠλ. 1478.
|lstext='''ἀνταυδάω''': μέλλ. -ήσω, ὁμιλῶ [[πρόσωπον]] πρὸς [[πρόσωπον]] ἢ κατὰ τὸν Jebb κακῶς [[ὀνομάζω]], οὐ γὰρ αἰσθάνει [[πάλαι]] ζῶντας θανοῦσιν οὕνεκ’ ἀνταυδᾷς ἴσα; Σοφ. Ἠλ. 1478.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />répondre : τινα à qqn ; échanger des propos avec, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[αὐδάω]].
}}
}}