Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀνεπίκλητος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνεπίκλητος''': -ον, ὁ μὴ ψεγόμενος, μὴ κατηγορούμενος, [[ἀνεπίληπτος]], [[ἄμεμπτος]], Ξεν. Κύρ. 2. 1, 22: - Συγκρ. -ότερος ὁ αὐτ. Ἀγησ. 1, 5: - Ἐπίρρ. ἀνεπικλήτως = ἀνεγκλήτως, Θουκ. 1. 92, Δίων Κ. 39. 22.
|lstext='''ἀνεπίκλητος''': -ον, ὁ μὴ ψεγόμενος, μὴ κατηγορούμενος, [[ἀνεπίληπτος]], [[ἄμεμπτος]], Ξεν. Κύρ. 2. 1, 22: - Συγκρ. -ότερος ὁ αὐτ. Ἀγησ. 1, 5: - Ἐπίρρ. ἀνεπικλήτως = ἀνεγκλήτως, Θουκ. 1. 92, Δίων Κ. 39. 22.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />sans reproche.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[ἐπικαλέω]].
}}
}}