3,276,932
edits
(6_11) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ποδαγρικός''': -ή, -όν, ὑποκείμενος εἰς ποδάγραν, πάσχων ἐξ ἀρθρίτιδος, Πλουτ. Κάτων Πρεσβύτ. 9. 2) ὁ ἀνήκων εἰς ποδάγραν ἢ προερχόμενος ἐκ ποδάγρας, ῥεύματα ὁ αὐτ. 2. 1087Ε· [[νόσος]] π. Διογ. Λ. 5. 68, οὕτω, τὰ ποδαγρικὰ Ἱππ. Ἀφ. 1254, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 9, 1. | |lstext='''ποδαγρικός''': -ή, -όν, ὑποκείμενος εἰς ποδάγραν, πάσχων ἐξ ἀρθρίτιδος, Πλουτ. Κάτων Πρεσβύτ. 9. 2) ὁ ἀνήκων εἰς ποδάγραν ἢ προερχόμενος ἐκ ποδάγρας, ῥεύματα ὁ αὐτ. 2. 1087Ε· [[νόσος]] π. Διογ. Λ. 5. 68, οὕτω, τὰ ποδαγρικὰ Ἱππ. Ἀφ. 1254, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 9, 1. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> qui a la goutte aux pieds, podagre;<br /><b>2</b> qui concerne la goutte.<br />'''Étymologie:''' [[ποδάγρα]]. | |||
}} | }} |