Anonymous

ἀντιπρόσωπος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_17)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιπρόσωπος''': -ον, ἔχων τὸ [[πρόσωπον]] ἐστραμμένον [[πρός]] τινα, τοὶς πολεμίοις Ξεν. Κύρ. 7.1, 25: - [[πρόσωπον]] πρὸς [[πρόσωπον]], ἀντιπρόσωποι μαχόμενοι ὁ αὐτ. Ἑλλ. 6. 5, 26. - Ἐπίρρ. -πως Ἀριστ. π. Θαυμ. 72: - Τὸ [[ῥῆμα]] -ωπέω, [[δύναμαι]] ἀντιβλέπειν, τινὶ Βυζ.
|lstext='''ἀντιπρόσωπος''': -ον, ἔχων τὸ [[πρόσωπον]] ἐστραμμένον [[πρός]] τινα, τοὶς πολεμίοις Ξεν. Κύρ. 7.1, 25: - [[πρόσωπον]] πρὸς [[πρόσωπον]], ἀντιπρόσωποι μαχόμενοι ὁ αὐτ. Ἑλλ. 6. 5, 26. - Ἐπίρρ. -πως Ἀριστ. π. Θαυμ. 72: - Τὸ [[ῥῆμα]] -ωπέω, [[δύναμαι]] ἀντιβλέπειν, τινὶ Βυζ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />opposé face à face, visage contre visage.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[πρόσωπον]].
}}
}}