3,274,216
edits
(6_12) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''εὔπᾰτρις''': -ιδος, ἡ, (πατὴρ) ὡς τὸ [[εὐπατέρεια]], γεννηθεῖσα ἐξ εὐγενοῦς πατρός, τᾶς εὐπάτριδος Νηρῇδος Εὐρ. Ι. Α. 1077· οὕτω, τίς ἂν [[εὔπατρις]] ὧδε βλάστοι [[ποία]] ἄλλη γυνὴ [[οὕτως]] εὐγενὴς [[εἶναι]] δυνατὸν νὰ γεννηθῇ εἰς τὸν κόσμον; Σοφ. Ἠλ. 1080· ἐλπίδων (ἐκ φίλων Mekler) ἔτι κοινοτόκων εὐπατρίδων τ’ ἀρωγαί, δηλ. ἀρωγαὶ ἐν ἐλπίδι γιγνόμεναι ἀπὸ τοῦ εὐπατρίδου καὶ κοινοτόκου (Ὀρέστου), [[αὐτόθι]] 858, ὁ Jebb ἐξέδωκεν εὐπατριδᾶν, ἴδε σημ. [[αὐτοῦ]] ἐν τόπῳ. 2) ἐν Ρώμῃ, αἱ εὐπάτριδες ἀρχαί, αἱ τῶν Πατρικίων, Δίων Κ. 46. 45. | |lstext='''εὔπᾰτρις''': -ιδος, ἡ, (πατὴρ) ὡς τὸ [[εὐπατέρεια]], γεννηθεῖσα ἐξ εὐγενοῦς πατρός, τᾶς εὐπάτριδος Νηρῇδος Εὐρ. Ι. Α. 1077· οὕτω, τίς ἂν [[εὔπατρις]] ὧδε βλάστοι [[ποία]] ἄλλη γυνὴ [[οὕτως]] εὐγενὴς [[εἶναι]] δυνατὸν νὰ γεννηθῇ εἰς τὸν κόσμον; Σοφ. Ἠλ. 1080· ἐλπίδων (ἐκ φίλων Mekler) ἔτι κοινοτόκων εὐπατρίδων τ’ ἀρωγαί, δηλ. ἀρωγαὶ ἐν ἐλπίδι γιγνόμεναι ἀπὸ τοῦ εὐπατρίδου καὶ κοινοτόκου (Ὀρέστου), [[αὐτόθι]] 858, ὁ Jebb ἐξέδωκεν εὐπατριδᾶν, ἴδε σημ. [[αὐτοῦ]] ἐν τόπῳ. 2) ἐν Ρώμῃ, αἱ εὐπάτριδες ἀρχαί, αἱ τῶν Πατρικίων, Δίων Κ. 46. 45. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ιδος<br /><i>adj. f.</i><br /><b>1</b> née d’un père noble ; digne d’un noble père;<br /><b>2</b> dont les sentiments attestent la noblesse.<br />'''Étymologie:''' [[εὖ]], [[πατήρ]]. | |||
}} | }} |