Anonymous

ἀπιθέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_13b)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπῐθέω''': μέλλ. -ήσω, ([[πείθω]]) Ἐπ. [[τύπος]] τοῦ [[ἀπειθέω]] [[μετὰ]] δοτ., [[συχν]]. παρ’ Ὁμ. καὶ συνήθως μετ’ ἀρνήσεως οὐδ. ἀπίθησεν μύθῳ, δὲν ἐδείχθη ἀπειθὴς εἰς τὸν λόγον..., Ἰλ. Α. 220, κτλ. , πρβλ. Ζ. 102 κ. ἀλλ.· [[ἅπαξ]] [[μετὰ]] γεν., οὐδ’ ἀπίθησε θεὰ… ἀγγελιάων Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 448: -ὁ Σοφ. ἐχρήσατο τῇ λέξει [[ἅπαξ]] ἐν ἀναπαιστ. στίχῳ, οὐκ ἀπιθήσω τοῖς σοῖς μύθοις Φιλοκτ. 1447.
|lstext='''ἀπῐθέω''': μέλλ. -ήσω, ([[πείθω]]) Ἐπ. [[τύπος]] τοῦ [[ἀπειθέω]] [[μετὰ]] δοτ., [[συχν]]. παρ’ Ὁμ. καὶ συνήθως μετ’ ἀρνήσεως οὐδ. ἀπίθησεν μύθῳ, δὲν ἐδείχθη ἀπειθὴς εἰς τὸν λόγον..., Ἰλ. Α. 220, κτλ. , πρβλ. Ζ. 102 κ. ἀλλ.· [[ἅπαξ]] [[μετὰ]] γεν., οὐδ’ ἀπίθησε θεὰ… ἀγγελιάων Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 448: -ὁ Σοφ. ἐχρήσατο τῇ λέξει [[ἅπαξ]] ἐν ἀναπαιστ. στίχῳ, οὐκ ἀπιθήσω τοῖς σοῖς μύθοις Φιλοκτ. 1447.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><b>1</b> ne pas ajouter foi : οὐδ’ ἀπίθησε OD et il ne fut pas incrédule;<br /><b>2</b> ne pas obéir ; τινι à qqn.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπιθής]].
}}
}}