3,274,754
edits
(6_5) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἅπας''': ἅπασα, ἅπαν (ἅμα, πᾶς) ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ πᾶς, [[ὅλος]] [[ὁμοῦ]], [[ὁλόκληρος]], καὶ κατὰ πληθ., πάντες [[ὁμοῦ]], συχνὸν ἀπὸ τοῦ Ὁμ. καὶ [[ἐφεξῆς]], ἐν ἅπασι, εἰς ἅπαντα, Βαλκν. ἐν Εὐρ. Φοιν. 622· ἅπασι, εἰς ὅλα τὰ πράγματα, Ἡρόδ. 1. 1., πρβλ. 91. 2) μετ’ ἐπιθέτου, [[ἀργύρεος]] δὲ ἔστιν [[ἅπας]], [[ὅλος]] ἀργυροῦς, ὅ ἐ. ἐκ πραγματικοῦ ὄγκου ἀργύρου, Ὀδ. Δ. 616., Ο. 116· [[ἅπας]] δὲ τραχὺς [[ὅστις]] ἂν νέον κρατῇ Αἰσχύλ. Πρ. 35· [[μικκός]] γα [[μᾶκος]].., ἀλλ’ ἅπαν κακὸν Ἀριστοφ. Ἀχ. 909· πρβλ. Θεόκρ. 15. 19, 148· ἡ ἐναντία ἅπασα ὁδός, ἡ ἀκριβῶς, ἡ [[ὅλως]] ἐναντία, Πλάτ. Πρωτ. 317Β. 3) μετ’ ἀφηρημ. οὐσιατ., [[ἀπόλυτος]], [[ὁλοσχερής]], ἅπασ’ [[ἀνάγκη]] Ἀριστοφ. Θεσμ. 17· σπουδὴ Διον. Ἁλ. 6. 23· [[ἀτοπία]] Πολύβ. 40. 6, 7· [[οὕτως]], εἰς ἅπαν ἀφικέσθαι ἀνοίας Παυσ. 7. 15, 8. 4) [[ἐνίοτε]] λαμβάνει τὸ ἄρθρον, Ἡρόδ. 64 καὶ ἀλλαχοῦ, Αἰσχύλ. Πρ. 483, Θουκ. 2. 13. ΙΙ. μεθ’ Ὅμ. τὸ ἑνικὸν ἦτο ἐν ἐν χρήσει, ὡς τὸ πᾶς ἐπὶ τῆς ἐννοιας πᾶς τις, Λατ. unusquisque, καὶ τὸ οὺδέτερον ὡς τὸ πᾶν, πᾶν [[πρᾶγμα]], unumquodque, Heind. ἐν Πλάτ. Φαίδωνι 108Β· [[οὕτως]], οὐ πρὸς τοῦ ἅπαντος ἀνδρός, δὲν [[εἶναι]] παντὸς ἀνθρώπου, Ἡρόδ. 7. 153· οὐκ ἐξ ἅπαντος δεῖ τὸ κερδαίνειν φιλεῖν Σοφ. Ἀντ. 312· ἐξ ἅπαντος εὖ λέγει, ἐν πάσῃ περιστάσει, ὁ αὐτ. Ο. Κ. 807, πρβλ. 761· σιγάν νυν [[ἅπας]] ἔχε σιγὰν Κρατῖνος ἐν «Ὀδυσσεῦσι» 15· ἅπαν γένοιτ’ ἂν ἤδη, nihil non.., Ἀριστοφ. Θεσμ. 528· οὕτω καὶ μετ’ οὐσιαστ., ἅπαντι λόγῳ, εἰς πᾶσαν ὁμιλίαν, Κρατῖν. ἐν «Χείρωσιν» 11· τὸ ἅπαν ὡς ἐπίρρ., παντελῶς, Πλάτ. Φαῖδρ. 241Β· καθ’ ἅπαν Τίμ. Λοκρ. 96D (ἴδε ἐν λ. ἅμα, [[ἅπαξ]]): [ᾰπᾰν Ὅμ., ἀλλ’ ᾰπᾱν Πίνδ. καὶ Ἀττ., Δράκων 24. 29, 85, Α. Β. 416· ἀλλ’ -ᾰν Ἀριστοφ. Πλ. 493]. | |lstext='''ἅπας''': ἅπασα, ἅπαν (ἅμα, πᾶς) ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ πᾶς, [[ὅλος]] [[ὁμοῦ]], [[ὁλόκληρος]], καὶ κατὰ πληθ., πάντες [[ὁμοῦ]], συχνὸν ἀπὸ τοῦ Ὁμ. καὶ [[ἐφεξῆς]], ἐν ἅπασι, εἰς ἅπαντα, Βαλκν. ἐν Εὐρ. Φοιν. 622· ἅπασι, εἰς ὅλα τὰ πράγματα, Ἡρόδ. 1. 1., πρβλ. 91. 2) μετ’ ἐπιθέτου, [[ἀργύρεος]] δὲ ἔστιν [[ἅπας]], [[ὅλος]] ἀργυροῦς, ὅ ἐ. ἐκ πραγματικοῦ ὄγκου ἀργύρου, Ὀδ. Δ. 616., Ο. 116· [[ἅπας]] δὲ τραχὺς [[ὅστις]] ἂν νέον κρατῇ Αἰσχύλ. Πρ. 35· [[μικκός]] γα [[μᾶκος]].., ἀλλ’ ἅπαν κακὸν Ἀριστοφ. Ἀχ. 909· πρβλ. Θεόκρ. 15. 19, 148· ἡ ἐναντία ἅπασα ὁδός, ἡ ἀκριβῶς, ἡ [[ὅλως]] ἐναντία, Πλάτ. Πρωτ. 317Β. 3) μετ’ ἀφηρημ. οὐσιατ., [[ἀπόλυτος]], [[ὁλοσχερής]], ἅπασ’ [[ἀνάγκη]] Ἀριστοφ. Θεσμ. 17· σπουδὴ Διον. Ἁλ. 6. 23· [[ἀτοπία]] Πολύβ. 40. 6, 7· [[οὕτως]], εἰς ἅπαν ἀφικέσθαι ἀνοίας Παυσ. 7. 15, 8. 4) [[ἐνίοτε]] λαμβάνει τὸ ἄρθρον, Ἡρόδ. 64 καὶ ἀλλαχοῦ, Αἰσχύλ. Πρ. 483, Θουκ. 2. 13. ΙΙ. μεθ’ Ὅμ. τὸ ἑνικὸν ἦτο ἐν ἐν χρήσει, ὡς τὸ πᾶς ἐπὶ τῆς ἐννοιας πᾶς τις, Λατ. unusquisque, καὶ τὸ οὺδέτερον ὡς τὸ πᾶν, πᾶν [[πρᾶγμα]], unumquodque, Heind. ἐν Πλάτ. Φαίδωνι 108Β· [[οὕτως]], οὐ πρὸς τοῦ ἅπαντος ἀνδρός, δὲν [[εἶναι]] παντὸς ἀνθρώπου, Ἡρόδ. 7. 153· οὐκ ἐξ ἅπαντος δεῖ τὸ κερδαίνειν φιλεῖν Σοφ. Ἀντ. 312· ἐξ ἅπαντος εὖ λέγει, ἐν πάσῃ περιστάσει, ὁ αὐτ. Ο. Κ. 807, πρβλ. 761· σιγάν νυν [[ἅπας]] ἔχε σιγὰν Κρατῖνος ἐν «Ὀδυσσεῦσι» 15· ἅπαν γένοιτ’ ἂν ἤδη, nihil non.., Ἀριστοφ. Θεσμ. 528· οὕτω καὶ μετ’ οὐσιαστ., ἅπαντι λόγῳ, εἰς πᾶσαν ὁμιλίαν, Κρατῖν. ἐν «Χείρωσιν» 11· τὸ ἅπαν ὡς ἐπίρρ., παντελῶς, Πλάτ. Φαῖδρ. 241Β· καθ’ ἅπαν Τίμ. Λοκρ. 96D (ἴδε ἐν λ. ἅμα, [[ἅπαξ]]): [ᾰπᾰν Ὅμ., ἀλλ’ ᾰπᾱν Πίνδ. καὶ Ἀττ., Δράκων 24. 29, 85, Α. Β. 416· ἀλλ’ -ᾰν Ἀριστοφ. Πλ. 493]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ασα, αν ; <i>gén.</i> ἅπαντος, άσης, αντος;<br /><b>I.</b> <i>au sg.</i><br /><b>1</b> tout à la fois, tout entier : [[ἐγκέφαλος]] δὲ [[ἔνδον]] [[ἅπας]] πεπάλακτο IL et à l’intérieur, la cervelle toute entière était broyée ; [[ἅπας]] [[λεώς]] SOPH tout le peuple ; [[εἰς]] ἅπαντα χρόνον ESCHL pour l’éternité ; ἅπασ’ [[ἀνάγκη]] AR il y a toute nécessité, nécessité absolue ; [[ἀργύρεος]] [[ἅπας]] OD tout en argent, d’argent massif ; <i>précédé de l’art.</i> ὁ [[ἅπας]] [[περίβολος]] THC le circuit (du Pirée) tout entier;<br /><b>2</b> tout un chacun, chacun ; ὁ [[ἅπας]] [[ἀνήρ]] HDT <i>ou simpl.</i> [[ἅπας]] PLAT tout homme, chaque homme, chacun;<br /><b>II.</b> <i>au plur.</i> ἅπαντες, ἅπασαι, ἅπαντα tous ensemble, tous sans exception;<br /><b>III.</b> <i>adv. au sg. et au plur.</i> • [[ἐξ]] ἅπαντος LUC <i>ou simpl.</i> • ἅπασι HDT absolument, de toute manière.<br />'''Étymologie:''' ἀ- cop., [[πᾶς]]. | |||
}} | }} |