3,258,334
edits
(6_8) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἔξαψις''': -εως, ἡ [[πρόσδεσις]], [[ἐπίδεσις]], Ἰάμβλιχ. ἐν Νικομ. 151D. ΙΙ. Τὸ ἐξάπτειν, [[καῦσις]], [[καυσώδης]] [[αἴσθησις]], ἔξαψιν ποιεῖν Ἱππ. 404. 27, πρβλ. Ἀριστ. π. Κόσμ. 4, 23· τὸ ἐξάπτεσθαι ὡς καὶ νῦν, [[ὀξυχολία]], [[ἔξαψις]] καρδίας, κτλ., Ζωναρ. 1456· ― ἐπὶ τοῦ ἡλίου, [[ἀνατολή]], Γαλήν. 2) τὸ ἀνάπτειν φῶτα, [[φωτοχυσία]], Ἰω. Μαλαλ. 206. 13. | |lstext='''ἔξαψις''': -εως, ἡ [[πρόσδεσις]], [[ἐπίδεσις]], Ἰάμβλιχ. ἐν Νικομ. 151D. ΙΙ. Τὸ ἐξάπτειν, [[καῦσις]], [[καυσώδης]] [[αἴσθησις]], ἔξαψιν ποιεῖν Ἱππ. 404. 27, πρβλ. Ἀριστ. π. Κόσμ. 4, 23· τὸ ἐξάπτεσθαι ὡς καὶ νῦν, [[ὀξυχολία]], [[ἔξαψις]] καρδίας, κτλ., Ζωναρ. 1456· ― ἐπὶ τοῦ ἡλίου, [[ἀνατολή]], Γαλήν. 2) τὸ ἀνάπτειν φῶτα, [[φωτοχυσία]], Ἰω. Μαλαλ. 206. 13. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />action d’enflammer, d’allumer.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξάπτω]]². | |||
}} | }} |