Anonymous

ἐκπύρωσις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_22)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκπύρωσις''': ῠ, εως, ἡ, ἐντελὴς [[καῦσις]], [[ἐμπρησμός]], Στράβων 579. Διογ. Λ. 10. 101, 102. Λουκ. Βίων Πρᾶσις 14. ΙΙ. τὸ ἀνάπτειν, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 5, 2 πρβλ. [[ἐκπυρόω]] ΙΙ· - παρ’ Ἀθην. 629Ε, εἶδός τι ὀρχήσεως.
|lstext='''ἐκπύρωσις''': ῠ, εως, ἡ, ἐντελὴς [[καῦσις]], [[ἐμπρησμός]], Στράβων 579. Διογ. Λ. 10. 101, 102. Λουκ. Βίων Πρᾶσις 14. ΙΙ. τὸ ἀνάπτειν, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 5, 2 πρβλ. [[ἐκπυρόω]] ΙΙ· - παρ’ Ἀθην. 629Ε, εἶδός τι ὀρχήσεως.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />conflagration, embrasement.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκπυρόω]].
}}
}}