3,277,441
edits
(6_14) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χενόσιρις''': ὁ, Αἰγύπτιον [[ὄνομα]] τοῦ κισσοῦ, «καὶ παρ’ Αἰγυπτίοις λέγεται [[χενόσιρις]] ὁ κιττὸς ὀνομάζεσθαι, σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος, ὥς φασι, φυτὸν Ὀσίριδος» Πλούτ. 2. 365Ε. | |lstext='''χενόσιρις''': ὁ, Αἰγύπτιον [[ὄνομα]] τοῦ κισσοῦ, «καὶ παρ’ Αἰγυπτίοις λέγεται [[χενόσιρις]] ὁ κιττὸς ὀνομάζεσθαι, σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος, ὥς φασι, φυτὸν Ὀσίριδος» Πλούτ. 2. 365Ε. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=(ὁ) :<br />n. égypt. du lierre.<br />'''Étymologie:''' DELG h3n-isr « plante d’Osiris ». | |||
}} | }} |