Anonymous

κατόπισθεν: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_20)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''κατόπισθεν''': παρὰ ποιηταῖς [[ὡσαύτως]] -θε, ἐπίρρ. τόπου, [[ὀπίσω]], [[ὄπισθεν]], τοπικῶς ἐκ τῶν νώτων, Ἰλ. Ψ. 505, Ὀδ. Χ. 92· [[μετὰ]] γεν., Ὀδ. Μ. 148·- μεταφ., ἐπὶ τάξεως, ἁ δ’ ἀρετὰ κατ. θνατοῖς ἀμελεῖται, ὑποτιμωμένη, ἐν ὑστέρᾳ μοίρᾳ τιθεμένη, Εὐρ. Ι. Α. 1093, πρβλ. [[μετόπισθε]]. II. ἐπὶ χρόνου, [[μετὰ]] [[ταῦτα]], ἀκολούθως, τοῦ λοιποῦ, Ὀδ. Χ. 40., Ω. 546· ὁ κ. [[λογισμός]] Πλάτ. Τίμ. 57D, πρβλ. Θέογν. 280·- [[ὡσαύτως]], κ. λιπέσθαι, = καταλιπέσθαι, νὰ καταλίπῃ τις [[ὀπίσω]] του, [[μετὰ]] τὸν θάνατόν του, Ὀδ. Φ. 116, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 363D.
|lstext='''κατόπισθεν''': παρὰ ποιηταῖς [[ὡσαύτως]] -θε, ἐπίρρ. τόπου, [[ὀπίσω]], [[ὄπισθεν]], τοπικῶς ἐκ τῶν νώτων, Ἰλ. Ψ. 505, Ὀδ. Χ. 92· [[μετὰ]] γεν., Ὀδ. Μ. 148·- μεταφ., ἐπὶ τάξεως, ἁ δ’ ἀρετὰ κατ. θνατοῖς ἀμελεῖται, ὑποτιμωμένη, ἐν ὑστέρᾳ μοίρᾳ τιθεμένη, Εὐρ. Ι. Α. 1093, πρβλ. [[μετόπισθε]]. II. ἐπὶ χρόνου, [[μετὰ]] [[ταῦτα]], ἀκολούθως, τοῦ λοιποῦ, Ὀδ. Χ. 40., Ω. 546· ὁ κ. [[λογισμός]] Πλάτ. Τίμ. 57D, πρβλ. Θέογν. 280·- [[ὡσαύτως]], κ. λιπέσθαι, = καταλιπέσθαι, νὰ καταλίπῃ τις [[ὀπίσω]] του, [[μετὰ]] τὸν θάνατόν του, Ὀδ. Φ. 116, πρβλ. Πλάτ. Πολ. 363D.
}}
{{bailly
|btext=<i>poét.</i> [[κατόπισθε]];<br /><i>adv. et prép.</i><br /><b>1</b> <i>avec idée de lieu</i> derrière ; <i>fig.</i> (être laissé) en arrière, être négligé, dédaigné ; en arrière de, gén.;<br /><b>2</b> <i>avec idée de temps</i> après, ensuite : [[κατόπισθεν]] λιπέσθαι OD être laissé <i>ou</i> rester ensuite.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ὄπισθεν]].
}}
}}