3,277,121
edits
(6_10) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στρωμνή''': ἡ, ἐστρωμένη [[κλίνη]] ἢ παρεσκευασμένη· [[καθόλου]], [[κλίνη]], ἀνάκλιντρον, Πινδ. Π. 1. 54, κτλ., καὶ Ἀττ., ὡς Αἰσχύλ. Χο. 671, Εὐρ. Φοίν. 421, Θουκ. 8. 81, Ξεν. Συμπ. 4. 38· [[στρῶμα]], στρώματα καὶ σκεπάσματα, ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 2. 1, 30· στρ. [[ἄφθιτος]], ἐπὶ τοῦ χρυσοῦ δέρματος, Πινδ. Π. 4. 410. | |lstext='''στρωμνή''': ἡ, ἐστρωμένη [[κλίνη]] ἢ παρεσκευασμένη· [[καθόλου]], [[κλίνη]], ἀνάκλιντρον, Πινδ. Π. 1. 54, κτλ., καὶ Ἀττ., ὡς Αἰσχύλ. Χο. 671, Εὐρ. Φοίν. 421, Θουκ. 8. 81, Ξεν. Συμπ. 4. 38· [[στρῶμα]], στρώματα καὶ σκεπάσματα, ὁ αὐτ. ἐν Ἀπομν. 2. 1, 30· στρ. [[ἄφθιτος]], ἐπὶ τοῦ χρυσοῦ δέρματος, Πινδ. Π. 4. 410. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>1</b> lit étendu, couche;<br /><b>2</b> couverture de lit.<br />'''Étymologie:''' [[στρώννυμι]]. | |||
}} | }} |