Anonymous

ταχυπειθής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_7)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τᾰχῠπειθής''': -ές, ὁ [[ταχέως]] πειθόμενος, [[εὔπιστος]], Θεόκρ. 2. 138., 7. 38. ΙΙ. ὁ [[ταχέως]] ἢ εὐκόλως ὑπακούων, Τρυφιόδ. (ὀρθότ. Τριφ-. 528.
|lstext='''τᾰχῠπειθής''': -ές, ὁ [[ταχέως]] πειθόμενος, [[εὔπιστος]], Θεόκρ. 2. 138., 7. 38. ΙΙ. ὁ [[ταχέως]] ἢ εὐκόλως ὑπακούων, Τρυφιόδ. (ὀρθότ. Τριφ-. 528.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> facile à persuader, crédule;<br /><b>2</b> docile.<br />'''Étymologie:''' [[ταχύς]], [[πείθω]].
}}
}}