3,277,286
edits
(6_10) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαιρετός''': -ή, -όν, διῃρημένος, κεχωρισμένος, ἀντίθ. τῷ [[σύνθετος]], Ξεν. Κύρ. 4. 3, 20· δ. τυραννίδες, ἐπὶ ὀλιγαρχιῶν καὶ καθαρῶν δημοκρατιῶν, Ἀριστ. Πολ. 5. 10, 35. 2) διαιρέσιμος, ἀντίθ. τῷ [[συνεχής]], ὁ αὐτ. Φυσ. 1. 2, 8, Ἀναλ. Ὑστ. 2. 6, 3, Ἠθ. Ν. 2. 6, 4· - δ. [[ναῦς]], ἥτις δύναται νὰ διαλυθῇ εἰς τεμάχια, ὁ αὐτ. π. Ψυχ. 1. 5, 26. ΙΙ. διῃρημένος, διανενεμημένος, μοῖραν γῆς διαιρετὴν νέμειν Σοφ. Τρ. 163, [[ἔνθα]] ἴδε Δινδ. ΙΙΙ. [[εὐδιάκριτος]], οὐ δ. λόγῳ, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ διακρίνῃ ἢ ὁρίσῃ διὰ τοῦ λόγου, Θουκ. 1. 84. - Ἐπιρρ. διαιρετῶς Γρηγ. Ναζ. 2, 28Α. | |lstext='''διαιρετός''': -ή, -όν, διῃρημένος, κεχωρισμένος, ἀντίθ. τῷ [[σύνθετος]], Ξεν. Κύρ. 4. 3, 20· δ. τυραννίδες, ἐπὶ ὀλιγαρχιῶν καὶ καθαρῶν δημοκρατιῶν, Ἀριστ. Πολ. 5. 10, 35. 2) διαιρέσιμος, ἀντίθ. τῷ [[συνεχής]], ὁ αὐτ. Φυσ. 1. 2, 8, Ἀναλ. Ὑστ. 2. 6, 3, Ἠθ. Ν. 2. 6, 4· - δ. [[ναῦς]], ἥτις δύναται νὰ διαλυθῇ εἰς τεμάχια, ὁ αὐτ. π. Ψυχ. 1. 5, 26. ΙΙ. διῃρημένος, διανενεμημένος, μοῖραν γῆς διαιρετὴν νέμειν Σοφ. Τρ. 163, [[ἔνθα]] ἴδε Δινδ. ΙΙΙ. [[εὐδιάκριτος]], οὐ δ. λόγῳ, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ διακρίνῃ ἢ ὁρίσῃ διὰ τοῦ λόγου, Θουκ. 1. 84. - Ἐπιρρ. διαιρετῶς Γρηγ. Ναζ. 2, 28Α. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>I.</b> divisé :<br /><b>1</b> désuni, séparé;<br /><b>2</b> distribué, réparti;<br /><b>II.</b> qu’on peut distinguer, <i>càd</i> fixer <i>ou</i> déterminer (par le langage).<br />'''Étymologie:''' adj. verb. de [[διαιρέω]]. | |||
}} | }} |