Anonymous

ἀπαράμυθος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_16)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπαράμῡθος''': -ον, = τῷ προηγ., [[ἀδυσώπητος]], [[ἀμείλικτος]], [[κέαρ]] Αἰσχύλ. Πρ. 185· ὁ μὴ παρέχων παραμυθίαν, [[ὄμμα]] πωλικὸν Ψευδο-Εὐρ. Ι. Α. 620. [Ἐν Αἰσχύλ. ᾱπ- [[χάριν]] τοῦ μέτρου].
|lstext='''ἀπαράμῡθος''': -ον, = τῷ προηγ., [[ἀδυσώπητος]], [[ἀμείλικτος]], [[κέαρ]] Αἰσχύλ. Πρ. 185· ὁ μὴ παρέχων παραμυθίαν, [[ὄμμα]] πωλικὸν Ψευδο-Εὐρ. Ι. Α. 620. [Ἐν Αἰσχύλ. ᾱπ- [[χάριν]] τοῦ μέτρου].
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> inflexible, inexorable;<br /><b>2</b> non encouragé, non rassuré.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[παραμυθέομαι]].
}}
}}