Anonymous

εὐνοέω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_6)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐνοέω''': εἶμαι εὔνους, εἶμαι εὐνοϊκῶς διατεθειμένος [[πρός]] τινα, τινι Ἡρόδ. 9. 237, Σοφοκλ. Αἴ 687, Λυσ. 131. 1, Ἀριστοφ. Νεφ. 1412, κλ.: ἀπολ., Ἡρόδ. 9. 79· ὁ εὐνοῶν, ὁ εὐνοϊκῶς διακείμενος, Ἀριστ. Ἠθ. Ε. 7. 7, 2: - Παθ., [[ἀπολαύω]] εὐνοίας, εὐνοοῦμαι, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 171.
|lstext='''εὐνοέω''': εἶμαι εὔνους, εἶμαι εὐνοϊκῶς διατεθειμένος [[πρός]] τινα, τινι Ἡρόδ. 9. 237, Σοφοκλ. Αἴ 687, Λυσ. 131. 1, Ἀριστοφ. Νεφ. 1412, κλ.: ἀπολ., Ἡρόδ. 9. 79· ὁ εὐνοῶν, ὁ εὐνοϊκῶς διακείμενος, Ἀριστ. Ἠθ. Ε. 7. 7, 2: - Παθ., [[ἀπολαύω]] εὐνοίας, εὐνοοῦμαι, Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 171.
}}
{{bailly
|btext=-οῶ;<br />être bienveillant.<br />'''Étymologie:''' [[εὔνοος]].
}}
}}