Anonymous

πόστος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πόστος''': -η, -ον, ([[πόσος]]) [[ποῖος]] κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν σειράν, Λατ. quotus, πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα ἔτη [[εἶναι]] ἀφ’ ὅτου...; Ὀδ. Ω. 288· πόστην (ἐξυπ. ὥραν) [[ἥλιος]] τέτραπται; ποίαν ὥραν δεικνύει; Λατ. quota hora? Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 210· κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, δηλ. μὲ πόσον μικρὸν [[μέρος]], Ξεν. Κύρ. 4. 1, 16.
|lstext='''πόστος''': -η, -ον, ([[πόσος]]) [[ποῖος]] κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν σειράν, Λατ. quotus, πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον; πόσα ἔτη [[εἶναι]] ἀφ’ ὅτου...; Ὀδ. Ω. 288· πόστην (ἐξυπ. ὥραν) [[ἥλιος]] τέτραπται; ποίαν ὥραν δεικνύει; Λατ. quota hora? Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 210· κατανόησον πόστῳ αὐτῶν μέρει πάντες μαχεσάμενοι νενικήκαμεν, δηλ. μὲ πόσον μικρὸν [[μέρος]], Ξεν. Κύρ. 4. 1, 16.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />en quel nombre ? πόστον δὴ [[ἔτος]] ἐστὶν [[ὅτε]] ; OD combien y a-t-il d’années depuis que ?<br />'''Étymologie:''' [[πόσος]].
}}
}}