3,243,923
edits
(6_10) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''περίκλυστος''': -η, -ον, [[ὡσαύτως]] ος, ον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 879· - ὁ κατακλυζόμενος [[πανταχόθεν]] ὑπὸ τῆς θαλάσσης, Δήλοιο περικλύστης Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 181, πρβλ. Αἰσχύλ. Πέρσ. 596, 879, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1080, Ἔφιππος ἐν «Γηρυνόνῃ» 1. 3, Στράβ. 753· π. ὑπὸ τοῦ Αἰγαίου ὁ αὐτ. 126· ἐκ τοῦ ποταμοῦ Διον. Ἁλ. 5. 13. | |lstext='''περίκλυστος''': -η, -ον, [[ὡσαύτως]] ος, ον, Αἰσχύλ. Πέρσ. 879· - ὁ κατακλυζόμενος [[πανταχόθεν]] ὑπὸ τῆς θαλάσσης, Δήλοιο περικλύστης Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 181, πρβλ. Αἰσχύλ. Πέρσ. 596, 879, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1080, Ἔφιππος ἐν «Γηρυνόνῃ» 1. 3, Στράβ. 753· π. ὑπὸ τοῦ Αἰγαίου ὁ αὐτ. 126· ἐκ τοῦ ποταμοῦ Διον. Ἁλ. 5. 13. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος <i>ou</i> η, ον :<br />baigné tout autour, de tous côtés.<br />'''Étymologie:''' [[περικλύζω]]. | |||
}} | }} |