3,277,301
edits
(6_2) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγκινδῡνεύω''': [[κινδυνεύω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος ἄλλου, τινι Θουκ. 8. 22, Πλούταρχ. κλπ.· τῷ φράζειν σ. τινὶ Πλάτ. Νόμ. 969A· μετά τινος Πολύβ. 2. 3, 5 ― ἀπολ., [[μετέχω]] τοῦ κινδύνου, Ξεν. Ἀγησ. 11. 13, Πλάτ. Φίληβ. 29A, Δημ. 196. 3, κτλ.· [[μετὰ]] δοτ. τρόπου, τῷ ναυτικῷ, διὰ τοῦ ναυτικοῦ των, Ἰσοκρ. 179A. | |lstext='''συγκινδῡνεύω''': [[κινδυνεύω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος ἄλλου, τινι Θουκ. 8. 22, Πλούταρχ. κλπ.· τῷ φράζειν σ. τινὶ Πλάτ. Νόμ. 969A· μετά τινος Πολύβ. 2. 3, 5 ― ἀπολ., [[μετέχω]] τοῦ κινδύνου, Ξεν. Ἀγησ. 11. 13, Πλάτ. Φίληβ. 29A, Δημ. 196. 3, κτλ.· [[μετὰ]] δοτ. τρόπου, τῷ ναυτικῷ, διὰ τοῦ ναυτικοῦ των, Ἰσοκρ. 179A. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> s’exposer à un danger avec, τινι;<br /><b>2</b> <i>particul.</i> être compagnon d’armes de, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κινδυνεύω]]. | |||
}} | }} |