Anonymous

δρακοντόμαλλος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_17)
(Bailly1_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''δρᾰκοντόμαλλος''': -ον, ὁ ἔχων κόμην ὀφιοειδῆ, Γοργόνες Αἰσχύλ. Πρ. 799.
|lstext='''δρᾰκοντόμαλλος''': -ον, ὁ ἔχων κόμην ὀφιοειδῆ, Γοργόνες Αἰσχύλ. Πρ. 799.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />hérissé de serpents.<br />'''Étymologie:''' [[δράκων]], [[μαλλός]].
}}
}}