Anonymous

φιλοσυνήθης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_7)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φῐλοσυνήθης''': -ες, γεν. εος, ὁ φιλῶν τοὺς συνήθεις, τοὺς ἑταίρους, Πλούτ. 2. 56C.
|lstext='''φῐλοσυνήθης''': -ες, γεν. εος, ὁ φιλῶν τοὺς συνήθεις, τοὺς ἑταίρους, Πλούτ. 2. 56C.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες ; <i>gén.</i> εος;<br />qui aime à se lier, sociable.<br />'''Étymologie:''' [[φίλος]], [[συνήθης]].
}}
}}