Anonymous

γρυπότης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_12)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γρῡπότης''': -ητος, ἡ, [[κυρτότης]], τὸ ἀγκιστροειδὲς˙ ἐπὶ [[ῥινός]], κατ’ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[σιμότης]], Ξεν. Κύρ. 8. 4, 21, Ἀριστ. Ρητ. 1. 4, 12˙ ἐπὶ ῥάμφους, Πλούτ. 2. 994F˙ ἐπὶ ὀνύχων τῶν πτηνῶν, [[αὐτόθι]] 641D.
|lstext='''γρῡπότης''': -ητος, ἡ, [[κυρτότης]], τὸ ἀγκιστροειδὲς˙ ἐπὶ [[ῥινός]], κατ’ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[σιμότης]], Ξεν. Κύρ. 8. 4, 21, Ἀριστ. Ρητ. 1. 4, 12˙ ἐπὶ ῥάμφους, Πλούτ. 2. 994F˙ ἐπὶ ὀνύχων τῶν πτηνῶν, [[αὐτόθι]] 641D.
}}
{{bailly
|btext=ητος (ἡ) :<br /><b>1</b> courbure crochue (d’un bec, d’un nez aquilin);<br /><b>2</b> courbure <i>en gén.</i><br />'''Étymologie:''' [[γρυπός]].
}}
}}