Anonymous

διαθεάομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_13b)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαθεάομαι''': μέλλ. -άσομαι [ᾱ]· ἀποθ.· -[[βλέπω]] διὰ μέσου τινός,[[βλέπω]] μέσα εἴς τι, [[ἐξετάζω]] [[καλῶς]], τι Πλάτ. Πρωτ. 316Α, Κρατ. 424D· δ. ὅσην χώραν ἔχοιεν Ξεν. Ἀν. 3. 1, 19· -οὕτω ῥημ. ἐπίθ., διαθεατέον λογισμῷ Πλάτ. Πολ. 611C.
|lstext='''διαθεάομαι''': μέλλ. -άσομαι [ᾱ]· ἀποθ.· -[[βλέπω]] διὰ μέσου τινός,[[βλέπω]] μέσα εἴς τι, [[ἐξετάζω]] [[καλῶς]], τι Πλάτ. Πρωτ. 316Α, Κρατ. 424D· δ. ὅσην χώραν ἔχοιεν Ξεν. Ἀν. 3. 1, 19· -οὕτω ῥημ. ἐπίθ., διαθεατέον λογισμῷ Πλάτ. Πολ. 611C.
}}
{{bailly
|btext=-ῶμαι;<br />examiner à fond.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[θεάομαι]].
}}
}}