Anonymous

ἀρύβαλλος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_1
(6_3)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρύβαλλος''': [ῠ], ὁ, «πλεκτόν τι [[βαλλάντιον]], [[ὅπερ]] ἑλκόμενον κλείεται καὶ ἀνοίγεται, παρὰ τὸ ἀρύειν καὶ βάλλειν» Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. 1094, Στησίχ. 11· ― «ἀρυβάλλους δὲ ἐπὶ τοῦ συσπαστοῦ (συσπάστου, κῶδ.) βαλλαντίου ἐν Ἀντιφάνους Αὑτοῦ ἐρῶντι» [[Πολυδ]]. Ι΄, 152. ΙΙ. «[[ποτήριον]] [[κάτωθεν]] εὐρύτερον, ἄνω δὲ συνηγμένον, ὡς καὶ τὰ συσπαστὰ βαλλάντια, ἃ καὶ αὐτὰ διὰ τὴν ὁμοιότητα ἀρυβάλλους τινὲς καλοῦσι. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσι (1094)» Ἀθήν. ΙΑ. 783F ([[μετὰ]] τὸ 466)· κατασπένδειν κατὰ τῆς κεφαλῆς ἀρυβάλλῳ ἀμβροσίαν Ἀθήν. 783F ([[μετὰ]] τὸ 465), «καὶ τὰ τῶν βαλαναίων ἀγγεῖα, [[ἀρύβαλλος]], [[ἀρύταινα]]· [[ἄμφω]] δ’ Ἀριστοφάνης λέγει» [[Πολυδ]]. Ζ΄, 166, Ι΄, 63.
|lstext='''ἀρύβαλλος''': [ῠ], ὁ, «πλεκτόν τι [[βαλλάντιον]], [[ὅπερ]] ἑλκόμενον κλείεται καὶ ἀνοίγεται, παρὰ τὸ ἀρύειν καὶ βάλλειν» Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ἱππ. 1094, Στησίχ. 11· ― «ἀρυβάλλους δὲ ἐπὶ τοῦ συσπαστοῦ (συσπάστου, κῶδ.) βαλλαντίου ἐν Ἀντιφάνους Αὑτοῦ ἐρῶντι» [[Πολυδ]]. Ι΄, 152. ΙΙ. «[[ποτήριον]] [[κάτωθεν]] εὐρύτερον, ἄνω δὲ συνηγμένον, ὡς καὶ τὰ συσπαστὰ βαλλάντια, ἃ καὶ αὐτὰ διὰ τὴν ὁμοιότητα ἀρυβάλλους τινὲς καλοῦσι. Ἀριστοφάνης Ἱππεῦσι (1094)» Ἀθήν. ΙΑ. 783F ([[μετὰ]] τὸ 466)· κατασπένδειν κατὰ τῆς κεφαλῆς ἀρυβάλλῳ ἀμβροσίαν Ἀθήν. 783F ([[μετὰ]] τὸ 465), «καὶ τὰ τῶν βαλαναίων ἀγγεῖα, [[ἀρύβαλλος]], [[ἀρύταινα]]· [[ἄμφω]] δ’ Ἀριστοφάνης λέγει» [[Πολυδ]]. Ζ΄, 166, Ι΄, 63.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> bourse qui s’ouvre et se ferme à l’aide de cordons;<br /><b>2</b> vase de col étroit et de forme analogue à cette bourse.<br />'''Étymologie:''' [[ἀρύω]], [[βάλλω]].
}}
}}