Anonymous

ξεινίζω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ξεινίζω''': ξεινίη, ξεινικός, ξείνιον, ξείνιος, Ἰων. ἀντὶ ξεν-.
|lstext='''ξεινίζω''': ξεινίη, ξεινικός, ξείνιον, ξείνιος, Ἰων. ἀντὶ ξεν-.
}}
{{bailly
|btext=<i>ion. c.</i> [[ξενίζω]].
}}
}}