Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

διαμιλλάομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_2
(6_5)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διᾰμιλλάομαι''': ἀποθ. [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. καὶ ἀορ. παθ., ἐνθέρμως ἁμιλλῶμαι, [[ἀγωνίζομαι]] προθύμως, [[δέκα]] πρὸς [[δέκα]] Πλάτ. Νόμ. 833Ε˙ τινι, [[πρός]] τινα, Πολ. 516Ε˙ [[πρός]] τινα Πολύβ. 16. 21, 6˙ δ. [[περί]] τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], Πλάτ. Πολ. 517Ε˙ ἔν τινι [[αὐτόθι]] 563Α˙ ἂν καὶ ἔχει [[ὡσαύτως]] καὶ γεν. πράγμ., δ. λειοτέρας ὁδοῦ Νόμ. 833Β˙ - ὁ πρκμ. διημίλληται [[μετὰ]] παθ. σημασ., Λουκ. Παρασ. 58˙ - ῥημ. ἐπίθ. διαμιλλητέον Πλούτ. 2. 817D. Πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 473.
|lstext='''διᾰμιλλάομαι''': ἀποθ. [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. καὶ ἀορ. παθ., ἐνθέρμως ἁμιλλῶμαι, [[ἀγωνίζομαι]] προθύμως, [[δέκα]] πρὸς [[δέκα]] Πλάτ. Νόμ. 833Ε˙ τινι, [[πρός]] τινα, Πολ. 516Ε˙ [[πρός]] τινα Πολύβ. 16. 21, 6˙ δ. [[περί]] τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], Πλάτ. Πολ. 517Ε˙ ἔν τινι [[αὐτόθι]] 563Α˙ ἂν καὶ ἔχει [[ὡσαύτως]] καὶ γεν. πράγμ., δ. λειοτέρας ὁδοῦ Νόμ. 833Β˙ - ὁ πρκμ. διημίλληται [[μετὰ]] παθ. σημασ., Λουκ. Παρασ. 58˙ - ῥημ. ἐπίθ. διαμιλλητέον Πλούτ. 2. 817D. Πρβλ. Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 473.
}}
{{bailly
|btext=-ῶμαι;<br />lutter avec ardeur <i>ou</i> persévérance.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[ἁμιλλάομαι]].
}}
}}