Anonymous

μελῳδητός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_3
(6_11)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μελῳδητός''': -ή, -όν, ὃν δύναταί τις νὰ μελῳδήσῃ, [[εὔχρηστος]] ἐν τῇ [[μελῳδία]], Πλούτ. 2. 389F, κτλ.
|lstext='''μελῳδητός''': -ή, -όν, ὃν δύναταί τις νὰ μελῳδήσῃ, [[εὔχρηστος]] ἐν τῇ [[μελῳδία]], Πλούτ. 2. 389F, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />usité dans le chant.<br />'''Étymologie:''' [[μελῳδέω]].
}}
}}